Δίκτυο υπαλλήλων ασφαλείας

Το δίκτυο υπευθύνων ασφάλειας συστάθηκε το 2007 ως υποομάδα της πρώην ομάδας εργασίας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις πρακτικές προετοιμασίες για τον κανονισμό REACH.

Πρόκειται για ένα δίκτυο εμπειρογνωμόνων από τις αρμόδιες αρχές των κρατών μελών, τα εντεταλμένα εθνικά όργανα, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Χημικών Βιομηχανιών (CEFIC). Παρέχει συμβουλές στον ECHA για θέματα ασφάλειας που σχετίζονται με την ασφαλή ανταλλαγή πληροφοριών μεταξύ του ECHA, των αρμόδιων αρχών των κρατών μελών, των εντεταλμένων εθνικών οργάνων και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής σχετικά με τους κανονισμούς REACH και CLP.

Το Διοικητικό Συμβούλιο του ECHA ανέθεσε στο δίκτυο υπευθύνων ασφάλειας επίσημο ρόλο στην αναθεώρηση των απαιτήσεων ασφάλειας, στην επίτευξη συμφωνίας σε περίπτωση αποκλίσεων και στην προετοιμασία κατευθυντήριων γραμμών για τη διενέργεια ελέγχων σχετικά με την ασφάλεια. Βάσει της εμπειρίας που διαθέτει, το δίκτυο υπευθύνων ασφάλειας παρέχει επίσης γενικές συμβουλές για την ανταλλαγή πληροφοριών στο πλαίσιο του REACH και του CLP, ιδίως όσον αφορά θέματα ασφάλειας που σχετίζονται με εργαλεία ΤΠΕ όπως το REACH-IT, το RIPE, και το CIRCA. Το δίκτυο υπευθύνων ασφάλειας λειτουργεί, επίσης, ως πλατφόρμα ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών και αμοιβαίας μάθησης.

Το δίκτυο υπευθύνων ασφάλειας συνεδριάζει μία έως δύο φορές ετησίως. Ο ECHA παρέχει υπηρεσίες γραμματείας και συντονίζει το δίκτυο. Οι υπεύθυνοι ασφάλειας είναι αρμόδιοι για την ενημέρωση των αντίστοιχων οργανισμών σχετικά με τις συζητήσεις και τις αποφάσεις που λαμβάνονται κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων του δικτύου.