Αξιολογήστε τις πληροφορίες σε σύγκριση με τα κριτήρια ταξινόμησης

Αξιολογήστε τις πληροφορίες σε σύγκριση με τα κριτήρια ταξινόμησης

Αφού συγκεντρώσετε όλες τις πληροφορίες και αξιολογήσετε την εγκυρότητά τους, θα πρέπει να συγκρίνετε τα δεδομένα με τα κριτήρια ταξινόμησης και να καθορίσετε την ταξινόμηση του μείγματος. Τα κριτήρια για κάθε τάξη ή διαφοροποίηση κινδύνου παρέχονται στα μέρη 2 έως 5 του  παραρτήματος Ι του κανονισμού CLP.

Για την αξιολόγηση των δεδομένων που έχουν συλλεχθεί, συνίσταται να ακολουθείτε την προσέγγιση βήμα προς βήμα που απεικονίζεται στην Εικόνα 1.6.1-α> στην καθοδήγηση για την εφαρμογή των κριτηρίων CLP. Θα πρέπει να ακολουθείτε την αλληλουχία λήψης απόφασης χωριστά για κάθε τάξη κινδύνου. Κατά κανόνα, θα πρέπει να εξετάζονται οι παρακάτω καταστάσεις

  • Εάν για τις επιμέρους ουσίες διατίθενται δεδομένα για μια ορισμένη τάξη κινδύνου, τότε η απόφαση σχετικά με την ταξινόμηση του μείγματος μπορεί να βασιστεί είτε στη συγκέντρωση των ουσιών στο μείγμα (λαμβανομένων υπόψη των ορίων SCL και των συντελεστών Μ) είτε σε υπολογισμούς με χρήση συγκεκριμένων τύπων. Οι μέθοδοι περιγράφονται χωριστά για κάθε τάξη κινδύνου στο παράρτημα Ι του κανονισμού CLP (βλ. παράγραφο 1.6.3.4 του εγγράφου καθοδήγησης).
  • Εάν διατίθενται δεδομένα δοκιμών πάνω στο ίδιο το μείγμα, αυτά μπορούν κατά κανόνα να συγκριθούν απευθείας με τα κριτήρια ταξινόμησης για τις ουσίες στο παράρτημα Ι του κανονισμού CLP και το μείγμα να ταξινομηθεί αναλόγως (βλ. παράγραφο 1.6.3.1 στην καθοδήγηση για την εφαρμογή των κριτηρίων CLP).
  • Ακόμα κι αν δεν διαθέτετε δεδομένα πάνω στο ίδιο το μείγμα, ίσως διαθέτετε δεδομένα από παρόμοια δοκιμασμένα μείγματα. Εάν το μείγμα και τα παρόμοια δοκιμασμένα μείγματα πληρούν τις προϋποθέσεις που επεξηγούνται στο κεφάλαιο 1.6.3.2 της καθοδήγησης για την εφαρμογή των κριτηρίων CLP, τότε μπορούν να χρησιμοποιηθούν αρχές παρεκβολής για την ταξινόμηση του μείγματος. Οι αρχές παρεκβολής εφαρμόζονται κατά κύριο λόγο είτε σε πολύ απλά μείγματα είτε σε απλές μεταβολές της σύστασης ενός ήδη ταξινομημένου μείγματος. Στα έγγραφα καθοδήγησης παρέχονται μερικά απλά παραδείγματα σχετικά με τις αρχές παρεκβολής.

Εάν αποφασίσετε ότι οι πληροφορίες που διαθέτετε για το μείγμα ή για τις ουσίες του μείγματος δεν επαρκούν για σκοπούς ταξινόμησης, επικοινωνήστε με τους προμηθευτές σας.  

Η διαδικασία αξιολόγησης των πληροφοριών επικινδυνότητας περιγράφεται στο κεφάλαιο 2 (άρθρα 9 έως 12) του κανονισμού CLP. Συνιστούμε να ανατρέξετε στις ειδικές ενότητες του παραρτήματος Ι του CLP για να οργανώσετε την εργασία σας.

 

Για ποιους κινδύνους θα πρέπει να χρησιμοποιήσω πληροφορίες για επιμέρους ουσίες;

Οι ιδιότητες καρκινογονικότητας, μεταλλαξιγόνου δράσης, τοξικότητας στην αναπαραγωγή, βιοσυσσώρευσης και βιοαποδόμησης στο πλαίσιο της αξιολόγησης των «επικίνδυνων ουσιών για το υδάτινο περιβάλλον» πρέπει να αξιολογούνται πάντοτε με βάση τις επιμέρους ουσίες του μείγματος.

Επιπλέον, στην πράξη, η ταξινόμηση ενός μείγματος ως προς την ευαισθητοποίηση του δέρματος και της αναπνευστικής οδού βασίζεται συνήθως στις επιμέρους ουσίες, καθώς ένα μείγμα πρέπει να ταξινομηθεί ως ευαισθητοποιητής της αναπνευστικής οδού ή του δέρματος όταν τουλάχιστον ένα συστατικό του έχει ταξινομηθεί σε αυτή την κατηγορία και απαντά σε συγκέντρωση ίση ή μεγαλύτερη από το κατάλληλο γενικό όριο συγκέντρωσης.

 

Τι ισχύει για τις δοκιμές;

Σε ό,τι αφορά στους φυσικούς κινδύνους, δεδομένα δοκιμών από το ίδιο το μείγμα πρέπει να συλλεχθούν εάν δεν υπάρχουν άμεσα διαθέσιμες επαρκείς και αξιόπιστες πληροφορίες, π.χ. από τη βιβλιογραφία ή από βάσεις δεδομένων.

Ο κανονισμός CLP δεν απαιτεί τη διενέργεια νέων δοκιμών για σκοπούς ταξινόμησης ως προς τους κινδύνους για την υγεία ή το περιβάλλον. Για να αποφευχθούν οι περιττές δοκιμές πάνω σε ζώα, δεν θα πρέπει, κατά κανόνα, να συλλέγονται τέτοια δεδομένα για τα μείγματα. Αντιθέτως, θα πρέπει να χρησιμοποιούνται όλες οι διαθέσιμες πληροφορίες για τις επιμέρους ουσίες του μείγματος προκειμένου να καθοριστεί η ταξινόμηση. Πιθανόν να  έχουν εφαρμογή κάποιες μέθοδοι που περιλαμβάνουν κυτταροκαλλιέργειες ή ιστούς, π.χ. για τη δοκιμή του διαβρωτικού δυναμικού των μειγμάτων με ακραίες τιμές pH που έχουν χαμηλή ρυθμιστική ικανότητα.

 

Μείγματα που έχουν ήδη ταξινομηθεί σύμφωνα με την οδηγία 1999/45/EΚ (Οδηγία για τα επικίνδυνα παρασκευάσματα, DPD)

Όσοι είχαν εφαρμόσει παλαιότερα τους κανόνες της οδηγίας για τα επικίνδυνα παρασκευάσματα (οδηγία DPD) θα πρέπει να προσέξουν το γεγονός ότι η εφαρμογή του κανονισμού CLP περιλαμβάνει και αρκετές αλλαγές στους τύπους υπολογισμού και στα κριτήρια ταξινόμησης, με αποτέλεσμα να απαιτείται σε πολλές περιπτώσεις επανυπολογισμός και αναταξινόμηση. Για ιδιότητες όπως η οξεία τοξικότητα, ο ερεθισμός, η ευαισθητοποίηση και η τοξικότητα στην αναπαραγωγή, η ταξινόμηση που προκύπτει συχνά διαφέρει από αυτήν που προέκυψε με το προηγούμενο σύστημα, παρότι τα δεδομένα στα οποία στηρίχθηκε δεν έχουν αλλάξει. Σε περίπτωση αναταξινόμησης, βεβαιωθείτε ότι έχετε λάβει υπόψη όλα τα σχετικά κεφάλαια του παραρτήματος Ι του CLP, όπως επεξηγείται αναλυτικότερα στην καθοδήγηση για την εφαρμογή των κριτηρίων CLP.

Εάν το μείγμα σας έχει ήδη ταξινομηθεί σύμφωνα με την DPD (πριν από την 1η Ιουνίου 2015) και παρά τις προσπάθειές σας δεν έχετε αποκτήσει πρόσβαση σε δεδομένα σχετικά με το μείγμα ή τις ουσίες του μείγματος, ίσως έχετε τη δυνατότητα να χρησιμοποιήσετε τον  πίνακα μετατροπής 1.1 στο παράρτημα VII του κανονισμού CLP προκειμένου να μετατρέψετε ορισμένες τάξεις κινδύνου της προηγούμενης ταξινόμησης DPD στην ταξινόμηση βάσει του κανονισμού CLP. Πρέπει όμως να σημειωθεί ότι όταν διατίθενται δεδομένα για την ουσία ή το μείγμα για μια ορισμένη τάξη κινδύνου, τότε η ουσία ή το μείγμα πρέπει να ταξινομηθεί σύμφωνα με τα κριτήρια CLP δεν θα πρέπει να χρησιμοποιηθούν οι πίνακες του παραρτήματος VII. Οι νέες πληροφορίες μπορούν να επηρεάσουν την ταξινόμηση και συνεπώς η ταξινόμηση DPD ίσως να μην είναι πλέον ακριβής και η χρήση του πίνακα μετατροπής δεν θα δώσει αποδεκτό αποτέλεσμα.

Ο πίνακας μετατροπής θα πρέπει να χρησιμοποιείται μόνο για να δώσει υποδείξεις για την πιθανή ταξινόμηση του μείγματος. Οι δυνατότητες και οι περιορισμοί στη χρήση του παραρτήματος VII του κανονισμού CLP επεξηγούνται στο κεφάλαιο 1.7 της καθοδήγησης για την εφαρμογή των κριτηρίων CLP.

Αξιολογήστε τις πληροφορίες σε σύγκριση με τα κριτήρια ταξινόμησης